Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πιστικός2
πίστιον
Πίστιος
πίστις
πιστοΐασπις
πιστολογευτής
πιστόν
πιστοποιέω
πιστός
πιστός2
πιστότης
πιστόφρων
πιστοφύλαξ
πιστόω
πίστρα
πίστωμα
πίστωσις
πιστωτέος
πιστωτής
πιστωτικός
πίσυγγος
View word page
πιστότης
good faith, honesty

ShortDef

good faith, honesty

Debugging

Headword:
πιστότης
Headword (normalized):
πιστότης
Headword (normalized/stripped):
πιστοτης
IDX:
70190
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70191
Key:

Data

{'content': 'good faith, honesty'}