Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πισσωτός
πιστάκη
πιστάκιον
πίστευσις
πιστευτέον
πιστευτικός
πιστευτός
πιστεύω
πιστιεπαγγελτής
πιστικελευστής
πιστικός
πιστικός2
πίστιον
Πίστιος
πίστις
πιστοΐασπις
πιστολογευτής
πιστόν
πιστοποιέω
πιστός
πιστός2
View word page
πιστικός
liquid

ShortDef

liquid
faithful

Debugging

Headword:
πιστικός
Headword (normalized):
πιστικός
Headword (normalized/stripped):
πιστικος
IDX:
70179
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70180
Key:

Data

{'content': 'liquid'}