Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πισσοκωνία
πισσοτρόφος
πισσουργεῖα
πισσουργέομαι
πισσουργία
πισσουργός
πισσόχριστος
πισσόω
πισσώδης
πίσσωσις
πισσωτέον
πισσωτής
πισσωτός
πιστάκη
πιστάκιον
πίστευσις
πιστευτέον
πιστευτικός
πιστευτός
πιστεύω
πιστιεπαγγελτής
View word page
πισσωτέον
one must pitch
ShortDef
one must pitch
Debugging
Headword:
πισσωτέον
Headword (normalized):
πισσωτέον
Headword (normalized/stripped):
πισσωτεον
IDX:
70167
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70168
Key:
Data
{'content': 'one must pitch'}