Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πινακοειδής
πινακοθήκη
πινακοποιός
πινακοπώλης
πινάκωσις
πίναξ
πινάριον
πιναρόομαι
πιναρός
πιναρότης
πινάω
Πινδάρειος
Πίνδαρος
Πινδόθεν
Πίνδος
πίνη
πινίκιος
πίνινος
πίννα
πῖνον
πινόομαι
View word page
πινάω
to be dirty
ShortDef
to be dirty
Debugging
Headword:
πινάω
Headword (normalized):
πινάω
Headword (normalized/stripped):
πιναω
IDX:
70084
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70085
Key:
Data
{'content': 'to be dirty'}