Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνέγκλητος
ἀνέγκλιτος
ἀνεγκόπτως
ἀνεγκωμίαστος
ἀνεγχώρητος
ἀνεδάφιστος
ἀνέδην
ἀνέδραστος
ἀνεέργω
ἀνέζω
ἀνεθέλητος
ἀνεθίζομαι
ἀνεθιστέον
ἀνέθιστος
ἀνείδεος
ἀνειδωλόπληκτος
ἀνειδωλοποιέω
ἀνεικάζομαι
ἀνεικαιότης
ἀνείκαστος
ἀνεικής
View word page
ἀνεθέλητος
unwished for, unwelcome

ShortDef

unwished for, unwelcome

Debugging

Headword:
ἀνεθέλητος
Headword (normalized):
ἀνεθέλητος
Headword (normalized/stripped):
ανεθελητος
IDX:
7005
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7006
Key:

Data

{'content': 'unwished for, unwelcome'}