Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πιλοειδής
πιλοποιία
πιλοποιικός
πιλοποιός
πῖλος
πιλοφορέω
πιλοφορικός
πιλοφόρος
πιλόω
πιλώδης
πιλωτός
πιμελή
πιμελής
πιμελοσαρκοφάγος
πιμελώδης
πιμεντάριος
Πίμπλα
πιμπλάνω
Πιμπληΐς
πίμπλημι
πίμπρημι
View word page
πιλωτός
made of felt
ShortDef
made of felt
Debugging
Headword:
πιλωτός
Headword (normalized):
πιλωτός
Headword (normalized/stripped):
πιλωτος
IDX:
70051
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70052
Key:
Data
{'content': 'made of felt'}