Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πικρολογία
πικρολόγος
πικρόλωτος
πικροποιός
πικρός
πικρότης
πικρόχολος
πικρόω
πίλα
πιλάριον
Πιλᾶτος
πίλεος
πιλέω
πίλημα
πίλησις
πιλητικός
πιλητός
πιλίδιον
πίλινος
πιλίον
πιλιπής
View word page
Πιλᾶτος
Pilatus, Pilate

ShortDef

Pilatus, Pilate

Debugging

Headword:
Πιλᾶτος
Headword (normalized):
πιλᾶτος
Headword (normalized/stripped):
πιλατος
IDX:
70027
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70028
Key:

Data

{'content': 'Pilatus, Pilate'}