Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πίθος
πιθός
πιθώδης
πιθών
πίθων
πίκρα
πικράζω
πικραίνω
πικραντικός
πικρασμός
πικρία
πικρίδιον
πικρίδιος
πικρίζω
πικρίς
πικρόγαμος
πικρόγλωσσος
πικρόκαρπος
πικρολογία
πικρολόγος
πικρόλωτος
View word page
πικρία
bitterness
ShortDef
bitterness
Debugging
Headword:
πικρία
Headword (normalized):
πικρία
Headword (normalized/stripped):
πικρια
IDX:
70009
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70010
Key:
Data
{'content': 'bitterness'}