Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πιθηκοφαγέω
πιθηκοφόρος
πίθηξ
πιθίας
πιθῖτις
πιθοειδής
πιθοίγια
πίθος
πιθός
πιθώδης
πιθών
πίθων
πίκρα
πικράζω
πικραίνω
πικραντικός
πικρασμός
πικρία
πικρίδιον
πικρίδιος
πικρίζω
View word page
πιθών
a cellar

ShortDef

a cellar

Debugging

Headword:
πιθών
Headword (normalized):
πιθών
Headword (normalized/stripped):
πιθων
IDX:
70002
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70003
Key:

Data

{'content': 'a cellar'}