Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πίειρα
Πίελος
Πιερία
Πιερίδες
Πιερίη
Πιερίηθεν
Πιερικός
Πιέριον
πιέσιμος
πίεσις
πίεσμα
πιεσμός
πιεστέος
πιεστήρ
πιεστήριος
πιεστός
πιθάκνη
πιθανολογέω
πιθανολόγημα
πιθανολογία
πιθανολογική
View word page
πίεσμα
pressure
ShortDef
pressure
Debugging
Headword:
πίεσμα
Headword (normalized):
πίεσμα
Headword (normalized/stripped):
πιεσμα
IDX:
69963
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69964
Key:
Data
{'content': 'pressure'}