Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πιδακόεις
πιδακώδης
πῖδαξ
πιδήεις
Πιδύτης
πιδύω
πιέζω
πίειρα
Πίελος
Πιερία
Πιερίδες
Πιερίη
Πιερίηθεν
Πιερικός
Πιέριον
πιέσιμος
πίεσις
πίεσμα
πιεσμός
πιεστέος
πιεστήρ
View word page
Πιερίδες
the Pierides
ShortDef
the Pierides
Debugging
Headword:
Πιερίδες
Headword (normalized):
πιερίδες
Headword (normalized/stripped):
πιεριδες
IDX:
69956
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69957
Key:
Data
{'content': 'the Pierides'}