Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πηχισμός
πηχυαῖος
πήχυιος
πηχύνω
πῆχυς
πιαίνω
πιαντηριος
πῖαρ
πιαρός
πίασμα
πίασμα2
πιασμός
πιβρᾶτος
πίγγαλος
πιγκέρνης
πιδακῖτις
πιδακόεις
πιδακώδης
πῖδαξ
πιδήεις
Πιδύτης
View word page
πίασμα2
pulpy mass after pressing; juice

ShortDef

that which makes fat
pulpy mass after pressing; juice

Debugging

Headword:
πίασμα2
Headword (normalized):
πίασμα
Headword (normalized/stripped):
πιασμα2
IDX:
69940
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69941
Key:

Data

{'content': 'pulpy mass after pressing; juice'}