Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πηνίον
πήνισμα
πηνῖτις
πηνοειδής
πῆνος
πηξιθάλαττα
πῆξις
πηός
πηοσύνη
πήρα
Πηρείη
πήρη
πηρίδιον
πηρίν
πηρόδετος
πηρομελής
πηρός
πῆρος
πηρόω
Πηρώ
πηρώδης
View word page
Πηρείη
Peria
ShortDef
Peria
Debugging
Headword:
Πηρείη
Headword (normalized):
πηρείη
Headword (normalized/stripped):
πηρειη
IDX:
69914
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69915
Key:
Data
{'content': 'Peria'}