Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πήνη
πηνήκη
πηνηκίζω
πηνήκισμα
πηνίζομαι
πηνίκα
πηνίον
πήνισμα
πηνῖτις
πηνοειδής
πῆνος
πηξιθάλαττα
πῆξις
πηός
πηοσύνη
πήρα
Πηρείη
πήρη
πηρίδιον
πηρίν
πηρόδετος
View word page
πῆνος
web
ShortDef
web
Debugging
Headword:
πῆνος
Headword (normalized):
πῆνος
Headword (normalized/stripped):
πηνος
IDX:
69908
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69909
Key:
Data
{'content': 'web'}