Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἀγραϊκός
Ἀγραῖος
ἀγραῖος
Ἀγραΐς
ἀγραμματία
ἀγράμματος
ἄγραμμος
ἄγραπτος
ἀγραυλέω
ἀγραυλής
ἀγραυλία
ἄγραυλος
ἀγραφίου
ἄγραφος
ἀγρεῖος
ἀγρειοσύνη
ἀγρεῖφνα
ἀγρεμών
ἀγρετεύω
ἀγρέτης
ἄγρευμα
View word page
ἀγραυλία
service in the field

ShortDef

service in the field

Debugging

Headword:
ἀγραυλία
Headword (normalized):
ἀγραυλία
Headword (normalized/stripped):
αγραυλια
IDX:
698
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-699
Key:

Data

{'content': 'service in the field'}