Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πήλωσις
πῆμα
πημαίνω
πημαντέος
πημονή
πῆμος
πήμων
Πηνειός
Πηνέλεως
Πηνελόπεια
πηνέλοψ
πήνη
πηνήκη
πηνηκίζω
πηνήκισμα
πηνίζομαι
πηνίκα
πηνίον
πήνισμα
πηνῖτις
πηνοειδής
View word page
πηνέλοψ
duck

ShortDef

duck

Debugging

Headword:
πηνέλοψ
Headword (normalized):
πηνέλοψ
Headword (normalized/stripped):
πηνελοψ
IDX:
69897
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69898
Key:

Data

{'content': 'duck'}