Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πηλάριον
Πηλεγών
Πηλεΐδης
Πήλειος
Πηλεΐων
πηλειωνάδε
Πηλεύς
Πηληϊάδης
Πηλήϊος
πήληξ
Πηλιακός
Πηλιάς
πηλίκος
πηλικότης
πήλινος
Πήλιον
Πηλιῶτις
πηλοβάτης
πηλόγονος
πηλοδευστέω
πηλοδομέω
View word page
Πηλιακός
Pelian, of or from Mount Pelion

ShortDef

Pelian, of or from Mount Pelion

Debugging

Headword:
Πηλιακός
Headword (normalized):
πηλιακός
Headword (normalized/stripped):
πηλιακος
IDX:
69852
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69853
Key:

Data

{'content': 'Pelian, of or from Mount Pelion'}