Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πηλαμυδεία
πηλαμυδεῖον
πηλαμύς
πηλάριον
Πηλεγών
Πηλεΐδης
Πήλειος
Πηλεΐων
πηλειωνάδε
Πηλεύς
Πηληϊάδης
Πηλήϊος
πήληξ
Πηλιακός
Πηλιάς
πηλίκος
πηλικότης
πήλινος
Πήλιον
Πηλιῶτις
πηλοβάτης
View word page
Πηληϊάδης
son of Peleus
ShortDef
son of Peleus
Debugging
Headword:
Πηληϊάδης
Headword (normalized):
πηληϊάδης
Headword (normalized/stripped):
πηληιαδης
IDX:
69849
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69850
Key:
Data
{'content': 'son of Peleus'}