Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πηγαῖος
πηγανέλαιον
πηγανηρά
πηγανίζω
πηγάνινος
πηγανίτης
πηγανόεις
πήγανον
πηγανόσπερμον
πηγανώδης
πηγάς
Πηγασίς
Πήγασος
Πηγασταγών
πηγεσίμαλλος
πηγή
πηγιμαῖος
πηγίον
πῆγμα
πηγμάτιον
πήγνυμι
View word page
πηγάς
anything congealed, hoarfrost, rime
ShortDef
anything congealed, hoarfrost, rime
Debugging
Headword:
πηγάς
Headword (normalized):
πηγάς
Headword (normalized/stripped):
πηγας
IDX:
69800
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69801
Key:
Data
{'content': 'anything congealed, hoarfrost, rime'}