Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πετροποιός
πετρορριφής
πετρόρυτος
πέτρος
Πέτρος
πετροσελινίτης
πετροσέλινον
πετροτόμος
πετροφυής
πετρόω
πετρώδης
πετρώεις
πέτρωμα
πετρών
πεττεία
πευθήν
πευθώ
πεύκα
πευκάλιμος
πευκέδανον
πευκεδανός
View word page
πετρώδης
like rock; rocky, stony

ShortDef

like rock; rocky, stony

Debugging

Headword:
πετρώδης
Headword (normalized):
πετρώδης
Headword (normalized/stripped):
πετρωδης
IDX:
69748
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69749
Key:

Data

{'content': 'like rock; rocky, stony'}