Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πετροβολισμός
πετρόβολος
πετροβόλος
πετροκατοίκητος
πετρόκοιτος
πετροκόραξ
πετροκόσσυφος
πετροκυλιστής
πετρολάπαθον
πετροποιία
πετροποιός
πετρορριφής
πετρόρυτος
πέτρος
Πέτρος
πετροσελινίτης
πετροσέλινον
πετροτόμος
πετροφυής
πετρόω
πετρώδης
View word page
πετροποιός
producing stones

ShortDef

producing stones

Debugging

Headword:
πετροποιός
Headword (normalized):
πετροποιός
Headword (normalized/stripped):
πετροποιος
IDX:
69738
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69739
Key:

Data

{'content': 'producing stones'}