Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πετασμός
πέτασος
πετασώδης
πετασών
πεταυρισμός
πέταχνον
πετεηνός
πετεινός
πετευρίζομαι
πετεύριον
πετευρισμός
πετευριστήρ
πετευριστής
πέτευρον
Πετεών
Πετεώς
πετήλη
πετηλίας
πετηλίς
πέτηλος
πετηλώδης
View word page
πετευρισμός
vaulting, tumbling

ShortDef

vaulting, tumbling

Debugging

Headword:
πετευρισμός
Headword (normalized):
πετευρισμός
Headword (normalized/stripped):
πετευρισμος
IDX:
69692
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69693
Key:

Data

{'content': 'vaulting, tumbling'}