Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πεταλίς
πεταλισμός
πεταλοειδής
πέταλον
πεταλοποιός
πεταλόω
πεταλώδης
πετάλωσις
πεταμνυφάντειρα
πετάννυμι
πετασῖτις
πέτασμα
πετασμός
πέτασος
πετασώδης
πετασών
πεταυρισμός
πέταχνον
πετεηνός
πετεινός
πετευρίζομαι
View word page
πετασῖτις
butter-bur, Petasites officinalis

ShortDef

butter-bur, Petasites officinalis

Debugging

Headword:
πετασῖτις
Headword (normalized):
πετασῖτις
Headword (normalized/stripped):
πετασιτις
IDX:
69680
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69681
Key:

Data

{'content': 'butter-bur, Petasites officinalis'}