Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Περσίς
Περσιστί
Περσογενής
Περσοδιώκτης
Περσοκτόνος
Περσολέτης
Περσονομέομαι
περσονομέομαι
περσονόμος
Περσονόμος
πέρσυ
πέρυσι
περυσινός
Περύσιος
πέσημα
πέσκος
πέσος
πεσσάριον
πεσσεία
πεσσευτήριον
πεσσευτής
View word page
πέρσυ
last year's wine

ShortDef

last year's wine

Debugging

Headword:
πέρσυ
Headword (normalized):
πέρσυ
Headword (normalized/stripped):
περσυ
IDX:
69647
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69648
Key:

Data

{'content': "last year's wine"}