Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πέρκη
περκνόπτερος
περκνός
πέρκος
πέρκωμα
πέρνα
πέρναμι
περνάω
πέρνημι
περονάω
περόνη
περόνημα
περονητήρ
περονητίς
περονητρίς
περόνιον
περονίς
Περπέννας
περπερεύομαι
πέρπερος
Περσαῖος
View word page
περόνη
anything pointed for piercing
ShortDef
anything pointed for piercing
Debugging
Headword:
περόνη
Headword (normalized):
περόνη
Headword (normalized/stripped):
περονη
IDX:
69609
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69610
Key:
Data
{'content': 'anything pointed for piercing'}