Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιώσιος
περίωσις
περιωτειλόομαι
περκάζω
πέρκη
περκνόπτερος
περκνός
πέρκος
πέρκωμα
πέρνα
πέρναμι
περνάω
πέρνημι
περονάω
περόνη
περόνημα
περονητήρ
περονητίς
περονητρίς
περόνιον
περονίς
View word page
πέρναμι
export for sale

ShortDef

export for sale

Debugging

Headword:
πέρναμι
Headword (normalized):
πέρναμι
Headword (normalized/stripped):
περναμι
IDX:
69605
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69606
Key:

Data

{'content': 'export for sale'}