Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνδρόπρῳρος
Ἄνδρος
ἀνδρόσαιμον
ἀνδρόσακες
ἀνδρόσινις
ἀνδρόστροφος
ἀνδροσφαγεῖον
ἀνδρόσφιγξ
ἄνδροσφιγξ
ἀνδροσώτειρα
ἀνδροτής
ἀνδρότης
Ἀνδροτίων
ἀνδροτομέω
ἀνδροτυχής
ἀνδροφαγέω
ἀνδροφάγος
ἀνδροφθόρος
ἀνδρόφθορος
ἀνδροφονέω
ἀνδροφονία
View word page
ἀνδροτής
manhood
ShortDef
manhood
Debugging
Headword:
ἀνδροτής
Headword (normalized):
ἀνδροτής
Headword (normalized/stripped):
ανδροτης
IDX:
6958
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6959
Key:
Data
{'content': 'manhood'}