Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περιψόφησις
περιψυγμός
περίψυκτος
περίψυξις
περίψυχρος
περιψύχω
περιωδευμένως
περιῳδέω
περιῳδικά
περιωδυνάω
περιωδυνία
περιώδυνος
περιωθέω
περιωμιάζω
περιώνυμος
περιωπέω
περιωπή
περίωπος
περιωρεσία
περιώσιος
περίωσις
View word page
περιωδυνία
excessive pain
ShortDef
excessive pain
Debugging
Headword:
περιωδυνία
Headword (normalized):
περιωδυνία
Headword (normalized/stripped):
περιωδυνια
IDX:
69586
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69587
Key:
Data
{'content': 'excessive pain'}