Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιχύτρισμα
περίχωμα
περιχωματίζω
περιχωνεύομαι
περιχώννυμι
περιχώομαι
περιχωρέω
περιχώρησις
περιχώριστος
περίχωρος
περίχωσις
περιψαύω
περιψάω
περίψημα
περίψησις
περίψηφος
περιψιθυρίζω
περιψιλόομαι
περιψοφέω
περιψόφησις
περιψυγμός
View word page
περίχωσις
covering over with earth

ShortDef

covering over with earth

Debugging

Headword:
περίχωσις
Headword (normalized):
περίχωσις
Headword (normalized/stripped):
περιχωσις
IDX:
69567
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69568
Key:

Data

{'content': 'covering over with earth'}