Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περίχυδα
περίχυμα
περίχυσις
περιχυτέον
περιχυτήριον
περιχύτης
περιχύτρισμα
περίχωμα
περιχωματίζω
περιχωνεύομαι
περιχώννυμι
περιχώομαι
περιχωρέω
περιχώρησις
περιχώριστος
περίχωρος
περίχωσις
περιψαύω
περιψάω
περίψημα
περίψησις
View word page
περιχώννυμι
heap earth round

ShortDef

heap earth round

Debugging

Headword:
περιχώννυμι
Headword (normalized):
περιχώννυμι
Headword (normalized/stripped):
περιχωννυμι
IDX:
69561
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69562
Key:

Data

{'content': 'heap earth round'}