Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιχριστέον
περίχριστος
περιχρίω
περίχροος
περίχρυσος
περιχρυσόω
περίχυδα
περίχυμα
περίχυσις
περιχυτέον
περιχυτήριον
περιχύτης
περιχύτρισμα
περίχωμα
περιχωματίζω
περιχωνεύομαι
περιχώννυμι
περιχώομαι
περιχωρέω
περιχώρησις
περιχώριστος
View word page
περιχυτήριον
perfusorium

ShortDef

perfusorium

Debugging

Headword:
περιχυτήριον
Headword (normalized):
περιχυτήριον
Headword (normalized/stripped):
περιχυτηριον
IDX:
69555
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69556
Key:

Data

{'content': 'perfusorium'}