Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιχερίδες
περιχέω
περίχθων
περιχιλόω
περιχλαινίζομαι
περίχολος
περιχονδριάω
περιχορεύω
περίχρισις
περίχρισμα
περιχριστέον
περίχριστος
περιχρίω
περίχροος
περίχρυσος
περιχρυσόω
περίχυδα
περίχυμα
περίχυσις
περιχυτέον
περιχυτήριον
View word page
περιχριστέον
one must anoint

ShortDef

one must anoint

Debugging

Headword:
περιχριστέον
Headword (normalized):
περιχριστέον
Headword (normalized/stripped):
περιχριστεον
IDX:
69545
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69546
Key:

Data

{'content': 'one must anoint'}