Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περιφυλάσσω
περιφύρω
περιφύσητος
περίφυσις
περιφυτεύω
περίφυτος
περιφύω
περιφωνέω
περιφώνησις
περίφωρος
περιφωτίζω
περιφωτισμός
περιχαίρω
περιχαλάω
περιχαλινόω
περίχαλκος
περιχαλκόω
περιχανδής
περιχαρακόω
περιχαρακτέον
περιχαρακτήρ
View word page
περιφωτίζω
shine round about, illuminate
ShortDef
shine round about, illuminate
Debugging
Headword:
περιφωτίζω
Headword (normalized):
περιφωτίζω
Headword (normalized/stripped):
περιφωτιζω
IDX:
69515
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69516
Key:
Data
{'content': 'shine round about, illuminate'}