Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιφυής
περιφυλάσσω
περιφύρω
περιφύσητος
περίφυσις
περιφυτεύω
περίφυτος
περιφύω
περιφωνέω
περιφώνησις
περίφωρος
περιφωτίζω
περιφωτισμός
περιχαίρω
περιχαλάω
περιχαλινόω
περίχαλκος
περιχαλκόω
περιχανδής
περιχαρακόω
περιχαρακτέον
View word page
περίφωρος
detected

ShortDef

detected

Debugging

Headword:
περίφωρος
Headword (normalized):
περίφωρος
Headword (normalized/stripped):
περιφωρος
IDX:
69514
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69515
Key:

Data

{'content': 'detected'}