Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιφραστικός
περιφρίσσω
περιφρονέω
περιφρόνησις
περιφρονητικός
περιφροσύνη
περιφρουρέω
περιφρυγής
περιφρύγω
περίφρων
περιφυγή
περιφυής
περιφυλάσσω
περιφύρω
περιφύσητος
περίφυσις
περιφυτεύω
περίφυτος
περιφύω
περιφωνέω
περιφώνησις
View word page
περιφυγή
place of refuge

ShortDef

place of refuge

Debugging

Headword:
περιφυγή
Headword (normalized):
περιφυγή
Headword (normalized/stripped):
περιφυγη
IDX:
69503
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69504
Key:

Data

{'content': 'place of refuge'}