Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιφραδής
περιφράζομαι
περίφρακτος
περίφραξις
περίφρασις
περιφράσσω
περιφραστικός
περιφρίσσω
περιφρονέω
περιφρόνησις
περιφρονητικός
περιφροσύνη
περιφρουρέω
περιφρυγής
περιφρύγω
περίφρων
περιφυγή
περιφυής
περιφυλάσσω
περιφύρω
περιφύσητος
View word page
περιφρονητικός
contemptuous

ShortDef

contemptuous

Debugging

Headword:
περιφρονητικός
Headword (normalized):
περιφρονητικός
Headword (normalized/stripped):
περιφρονητικος
IDX:
69497
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69498
Key:

Data

{'content': 'contemptuous'}