Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιυβρίζω
περιυλακτέω
περιύομαι
περιυπνίζω
περίυπνος
περιυφαίνω
περιφαής
περιφαίνομαι
περιφάνεια
περιφανής
περίφαντος
Περίφας
περίφασις
περιφέγγεια
περιφέγγω
περιφείδομαι
περιφέρεια
περιφερής
περιφερόγραμμος
περιφέρω
περιφεύγω
View word page
περίφαντος
seen by all; famous

ShortDef

seen by all; famous

Debugging

Headword:
περίφαντος
Headword (normalized):
περίφαντος
Headword (normalized/stripped):
περιφαντος
IDX:
69438
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69439
Key:

Data

{'content': 'seen by all; famous'}