Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιτραχήλιον
περιτραχήλιος
περιτρέμω
περιτρέπω
περιτρέφω
περιτρέχω
περιτρέω
περίτρησις
περίτρητος
περιτρηχής
περιτριβής
περιτρίβω
περιτρίζω
περίτριμμα
περίτριπτος
περίτριψις
περιτρομέομαι
περιτρομέω
περίτρομος
περιτροπάδην
περιτροπέω
View word page
περιτριβής
worn all round by use

ShortDef

worn all round by use

Debugging

Headword:
περιτριβής
Headword (normalized):
περιτριβής
Headword (normalized/stripped):
περιτριβης
IDX:
69396
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69397
Key:

Data

{'content': 'worn all round by use'}