Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνδρόλαλος
ἀνδρολέτειρα
ἀνδροληπτέω
ἀνδροληψία
ἀνδρολήψιον
ἀνδρολογέω
ἀνδρομανέω
ἀνδρομανής
Ἀνδρομάχη
ἀνδρομάχος
Ἀνδρομέδα
ἀνδρόμεος
ἀνδρομήκης
ἀνδρομητόν
ἀνδρόμορφος
ἀνδρονομέομαι
ἀνδρόπαις
ἀνδροπλήθεια
ἀνδροποιός
ἀνδρόπορνος
ἀνδρόπρῳρος
View word page
Ἀνδρομέδα
Andromeda

ShortDef

Andromeda

Debugging

Headword:
Ἀνδρομέδα
Headword (normalized):
ἀνδρομέδα
Headword (normalized/stripped):
ανδρομεδα
IDX:
6938
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6939
Key:

Data

{'content': 'Andromeda'}