Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνδροκτονεῖον
ἀνδροκτονέω
ἀνδροκτόνος
ἀνδρόλαλος
ἀνδρολέτειρα
ἀνδροληπτέω
ἀνδροληψία
ἀνδρολήψιον
ἀνδρολογέω
ἀνδρομανέω
ἀνδρομανής
Ἀνδρομάχη
ἀνδρομάχος
Ἀνδρομέδα
ἀνδρόμεος
ἀνδρομήκης
ἀνδρομητόν
ἀνδρόμορφος
ἀνδρονομέομαι
ἀνδρόπαις
ἀνδροπλήθεια
View word page
ἀνδρομανής
mad after men, lustful

ShortDef

mad after men, lustful

Debugging

Headword:
ἀνδρομανής
Headword (normalized):
ἀνδρομανής
Headword (normalized/stripped):
ανδρομανης
IDX:
6935
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6936
Key:

Data

{'content': 'mad after men, lustful'}