Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περισχοίνισμα
περισχοινισμός
περισῴζω
περισωρεύω
περιτάμνομαι
περιταρχύομαι
περίτασις
περιταφρεύω
περιτείνω
περιτείρω
περιτειχίζω
περιτείχισις
περιτείχισμα
περιτειχισμός
περίτειχος
περιτελέθω
περιτελέω
περιτέλλομαι
περιτέμνω
περιτένεια
περιτενής
View word page
περιτειχίζω
to wall all round

ShortDef

to wall all round

Debugging

Headword:
περιτειχίζω
Headword (normalized):
περιτειχίζω
Headword (normalized/stripped):
περιτειχιζω
IDX:
69350
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69351
Key:

Data

{'content': 'to wall all round'}