Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περισχοινίζω
περισχοίνισμα
περισχοινισμός
περισῴζω
περισωρεύω
περιτάμνομαι
περιταρχύομαι
περίτασις
περιταφρεύω
περιτείνω
περιτείρω
περιτειχίζω
περιτείχισις
περιτείχισμα
περιτειχισμός
περίτειχος
περιτελέθω
περιτελέω
περιτέλλομαι
περιτέμνω
περιτένεια
View word page
περιτείρω
vex exceedingly
ShortDef
vex exceedingly
Debugging
Headword:
περιτείρω
Headword (normalized):
περιτείρω
Headword (normalized/stripped):
περιτειρω
IDX:
69349
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69350
Key:
Data
{'content': 'vex exceedingly'}