Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περισφαραγέω
περισφηκόω
περισφίγγω
περίσφιγξις
περισφραγισμός
περισφύριον
περισφύριος
περισφυρίς
περίσχεσις
περίσχετος
περισχιδής
περισχίζω
περισχισμός
περισχοινίζω
περισχοίνισμα
περισχοινισμός
περισῴζω
περισωρεύω
περιτάμνομαι
περιταρχύομαι
περίτασις
View word page
περισχιδής
slit all round
ShortDef
slit all round
Debugging
Headword:
περισχιδής
Headword (normalized):
περισχιδής
Headword (normalized/stripped):
περισχιδης
IDX:
69336
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69337
Key:
Data
{'content': 'slit all round'}