Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περίσυνος
περισυρίττω
περίσυρμα
περισυρμός
περισύρω
περισφαλάω
περισφάλεια
περισφαλής
περισφάλλω
περίσφαλσις
περισφαραγέω
περισφηκόω
περισφίγγω
περίσφιγξις
περισφραγισμός
περισφύριον
περισφύριος
περισφυρίς
περίσχεσις
περίσχετος
περισχιδής
View word page
περισφαραγέω
to be ready to burst

ShortDef

to be ready to burst

Debugging

Headword:
περισφαραγέω
Headword (normalized):
περισφαραγέω
Headword (normalized/stripped):
περισφαραγεω
IDX:
69326
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69327
Key:

Data

{'content': 'to be ready to burst'}