Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περισυγκαταλαμβάνομαι
περισυλάω
περισυμπλέκω
περισυνάγω
περισυνίσταμαι
περίσυνος
περισυρίττω
περίσυρμα
περισυρμός
περισύρω
περισφαλάω
περισφάλεια
περισφαλής
περισφάλλω
περίσφαλσις
περισφαραγέω
περισφηκόω
περισφίγγω
περίσφιγξις
περισφραγισμός
περισφύριον
View word page
περισφαλάω
stagger

ShortDef

stagger

Debugging

Headword:
περισφαλάω
Headword (normalized):
περισφαλάω
Headword (normalized/stripped):
περισφαλαω
IDX:
69321
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69322
Key:

Data

{'content': 'stagger'}