Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περίστρωμα
περιστρωφάω
περίστυλον
περίστυλος
περιστυφελίζομαι
περιστύφω
περισυγκαταλαμβάνομαι
περισυλάω
περισυμπλέκω
περισυνάγω
περισυνίσταμαι
περίσυνος
περισυρίττω
περίσυρμα
περισυρμός
περισύρω
περισφαλάω
περισφάλεια
περισφαλής
περισφάλλω
περίσφαλσις
View word page
περισυνίσταμαι
arise about

ShortDef

arise about

Debugging

Headword:
περισυνίσταμαι
Headword (normalized):
περισυνίσταμαι
Headword (normalized/stripped):
περισυνισταμαι
IDX:
69315
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69316
Key:

Data

{'content': 'arise about'}