Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περίστομος
περιστοναχέω
περιστορέννυμι
περιστρατοπεδεύω
περιστρέφω
περιστροβέω
περιστρόγγυλος
περιστροφάδην
περιστροφή
περιστροφίς
περίστροφος
περίστρωμα
περιστρωφάω
περίστυλον
περίστυλος
περιστυφελίζομαι
περιστύφω
περισυγκαταλαμβάνομαι
περισυλάω
περισυμπλέκω
περισυνάγω
View word page
περίστροφος
turning round : turning in a socket
ShortDef
turning round : turning in a socket
Debugging
Headword:
περίστροφος
Headword (normalized):
περίστροφος
Headword (normalized/stripped):
περιστροφος
IDX:
69304
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69305
Key:
Data
{'content': 'turning round : turning in a socket'}