Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνδρόκμητος
ἀνδροκόβαλος
ἀνδροκοιτέω
ἀνδροκόρινθος
ἀνδροκτασία
ἀνδροκτασίη
ἀνδροκτονεῖον
ἀνδροκτονέω
ἀνδροκτόνος
ἀνδρόλαλος
ἀνδρολέτειρα
ἀνδροληπτέω
ἀνδροληψία
ἀνδρολήψιον
ἀνδρολογέω
ἀνδρομανέω
ἀνδρομανής
Ἀνδρομάχη
ἀνδρομάχος
Ἀνδρομέδα
ἀνδρόμεος
View word page
ἀνδρολέτειρα
a murderess
ShortDef
a murderess
Debugging
Headword:
ἀνδρολέτειρα
Headword (normalized):
ἀνδρολέτειρα
Headword (normalized/stripped):
ανδρολετειρα
IDX:
6929
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6930
Key:
Data
{'content': 'a murderess'}