Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιστοιχίζω
περίστοιχος
περιστολάδην
περιστολή
περιστολίζομαι
περιστόμιον
περιστόμιος
περιστομίς
περίστομος
περιστοναχέω
περιστορέννυμι
περιστρατοπεδεύω
περιστρέφω
περιστροβέω
περιστρόγγυλος
περιστροφάδην
περιστροφή
περιστροφίς
περίστροφος
περίστρωμα
περιστρωφάω
View word page
περιστορέννυμι
spread all round

ShortDef

spread all round

Debugging

Headword:
περιστορέννυμι
Headword (normalized):
περιστορέννυμι
Headword (normalized/stripped):
περιστορεννυμι
IDX:
69296
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69297
Key:

Data

{'content': 'spread all round'}