Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περιστηρίζω
περίστια
περιστίαρχος
περιστιγής
περιστίζω
περίστικτος
περιστίλβω
περιστιχάω
περίστιχες
περιστιχίζω
περιστλεγγίζω
περιστοιχέω
περιστοιχίζω
περίστοιχος
περιστολάδην
περιστολή
περιστολίζομαι
περιστόμιον
περιστόμιος
περιστομίς
περίστομος
View word page
περιστλεγγίζω
scrape all round with a στλεγγίς
ShortDef
scrape all round with a στλεγγίς
Debugging
Headword:
περιστλεγγίζω
Headword (normalized):
περιστλεγγίζω
Headword (normalized/stripped):
περιστλεγγιζω
IDX:
69284
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69285
Key:
Data
{'content': 'scrape all round with a στλεγγίς'}